Ποιά θα είναι η πορεία της Ελλάδας την πενταετία που αρχίζει στο πλαίσιο των θεσμικών αλλαγών;

  •  pelazkarabo@gmail.com - 27 Ιουνίου 2024,8.52μμ

 Η Ελλάδα, με εξαίρεση το μεγάλο πρόβλημα της ακρίβειας, που τινάζει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς στον αέρα,έχει μπει σε μια θετική πορεία, και θα μπορούσε με τις δεδομένες συνθήκες να παρουσιάσει ικανοποιητικούς, ρυθμούς προόδου, και οικονομικής ανάπτυξης.

Η Σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με την οικονομική, κοινωνική, διαρθρωτική και δημοσιονομική πολιτική και την πολιτική απασχόλησης της Ελλάδας, που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την περασμένη εβδομάδα, είναι ενθαρρυντική, χωρίς να επτρέπει εφησυχασμό.Οι δείκτες στους οποίους γίνεται αναφορά, δείχνουν προσπάθεια και αποτέλεσμα

Ο δείκτης του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ,αναφέρεται, συνέχισε να μειώνεται και, ενώ παραμένει υψηλός, σχεδόν στο 162 % το 2023, οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του χρέους φαίνονται χαμηλοί

Η αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για την ταχεία μείωση του δείκτη χρέους τα τελευταία έτη, αλλά η αναμενόμενη περαιτέρω βελτίωση των δημοσιονομικών ισοζυγίων αναμένεται να διασφαλίσει ότι θα συνεχίσει να μειώνεται. 

Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το οποίο διευρύνθηκε εμφανώς κατά την περίοδο 2020-2022, μειώθηκε σημαντικά το 2023, αλλά παραμένει υψηλό σε ένα πλαίσιο έντονης εγχώριας ζήτησης. Κατά το τρέχον και το επόμενο έτος αναμένονται οριακές μόνο βελτιώσεις του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, καθώς η έντονη αύξηση των επενδύσεων προβλέπεται να διατηρήσει τις εισαγωγές σε υψηλά επίπεδα. Ο άκρως αρνητικός δείκτης της καθαρής διεθνούς επενδυτικής θέσης (NIIP) ως προς το ΑΕΠ βελτιώθηκε επίσης πέρυσι λόγω της υψηλής αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, αλλά παραμένει ο ασθενέστερος στην ΕΕ. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια παρουσίασαν σημαντική μείωση τα τελευταία έτη και συνέχισαν να μειώνονται το 2023, αλλά η ρύθμιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων εκτός του τραπεζικού τομέα παραμένει αργή και, ως εκ τούτου, εξακολουθούν να επιβαρύνουν την οικονομία.  

Η απασχόληση αυξήθηκε και η ανεργία μειώθηκε περαιτέρω, αλλά εξακολουθεί να είναι σχετικά υψηλή. Η συνεχής δράση πολιτικής και οι εκτεταμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις των τελευταίων ετών είχαν σαφώς ως αποτέλεσμα τη μείωση των ευπαθειών που εντοπίστηκαν.

 Η διατήρηση του συνετού δημοσιονομικού προσανατολισμού και η συνέχιση της έγκαιρης εφαρμογής του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας παραμένουν ζωτικής σημασίας για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα και να διασφαλιστεί η επανεξισορρόπηση της οικονομίας, μεταξύ άλλων όσον αφορά την εξωτερική θέση.

(Με βάση στοιχεία επικυρωμένα από την Eurostat , το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας μειώθηκε από 2,5 % του ΑΕΠ το 2022 σε 1,6 % το 2023, ενώ το χρέος της γενικής κυβέρνησης υποχώρησε από 172,7 % του ΑΕΠ στα τέλη του 2022 σε 161,9 % στα τέλη του 2023.

Στις 12 Ιουλίου 2022, το Συμβούλιο συνέστησε  στην Ελλάδα να λάβει μέτρα προκειμένου το 2023 να ακολουθήσει συνετή δημοσιονομική πολιτική, περιορίζοντας συγκεκριμένα την αύξηση των εθνικά χρηματοδοτούμενων πρωτογενών τρεχουσών δαπανών κάτω από τη μεσοπρόθεσμη αύξηση του δυνητικού προϊόντος  , λαμβάνοντας υπόψη τη συνεχιζόμενη προσωρινή και στοχευμένη στήριξη προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που είναι περισσότερο ευάλωτα στις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας και προς τα άτομα που εγκαταλείπουν την Ουκρανία. Ταυτόχρονα, συνέστησε στην Ελλάδα να προσαρμόσει τις τρέχουσες δαπάνες στην εξελισσόμενη κατάσταση. 

Το Συμβούλιο συνέστησε επίσης στην Ελλάδα να επεκτείνει τις δημόσιες επενδύσεις για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση και για την ενεργειακή ασφάλεια, λαμβάνοντας υπόψη την πρωτοβουλία REPowerEU, μεταξύ άλλων κάνοντας χρήση του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και άλλων ταμείων της Ένωσης. 

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Επιτροπής, το 2023 ο δημοσιονομικός προσανατολισμός  ήταν επεκτατικός, κατά 0,5 % του ΑΕΠ, σε περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού. Το 2023 η αύξηση των εθνικά χρηματοδοτούμενων πρωτογενών τρεχουσών δαπανών (εκτός των μέτρων διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων) είχε συσταλτική συμβολή ύψους 0,6 % του ΑΕΠ στον δημοσιονομικό προσανατολισμό και ήταν σύμφωνη με τη σύσταση του Συμβουλίου. 

Η συσταλτική συμβολή των εθνικά χρηματοδοτούμενων πρωτογενών τρεχουσών δαπανών οφειλόταν στο μειωμένο κόστος των (στοχευμένων και μη στοχευμένων) μέτρων στήριξης έκτακτης ανάγκης προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις για την αντιμετώπιση των αυξήσεων των τιμών της ενέργειας (κατά 2,7 % του ΑΕΠ). Οι κύριοι παράγοντες αύξησης των εθνικά χρηματοδοτούμενων πρωτογενών τρεχουσών δαπανών (εκτός των μέτρων διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων) ήταν οι κοινωνικές μεταβιβάσεις, συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων. 

Οι δαπάνες που χρηματοδοτήθηκαν από επιχορηγήσεις του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και από άλλα ταμεία της ΕΕ ανήλθαν στο 2,5 % του ΑΕΠ το 2023. Οι εθνικά χρηματοδοτούμενες επενδύσεις ανήλθαν στο 2,6 % του ΑΕΠ το 2023, ποσοστό που συνιστά αύξηση κατά 0,2 εκατοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με το 2022. Η Ελλάδα χρηματοδότησε πρόσθετες επενδύσεις μέσω του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και άλλων ταμείων της ΕΕ. Χρηματοδότησε δημόσιες επενδύσεις για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση και για την ενεργειακή ασφάλεια, όπως η στήριξη της ανάπτυξης νέων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, που διευκολύνεται μέσω της αναβάθμισης των υποδομών μεταφοράς, και η παροχή χρηματοδοτικής συνδρομής σε ΜΜΕ για την υιοθέτηση ψηφιακών λύσεων, οι οποίες χρηματοδοτούνται από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και άλλα ταμεία της ΕΕ.

Οι βασικές προβολές του προγράμματος σταθερότητας 2024 μπορούν να συνοψιστούν ως εξής.

 Σύμφωνα με το μακροοικονομικό σενάριο στο οποίο στηρίζονται οι δημοσιονομικές προβολές, το πραγματικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,5 % το 2024 και κατά 2,6 % το 2025, ενώ ο πληθωρισμός βάσει του ΕνΔΤΚ αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,6 % το 2024 και 2,0 % το 2025. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μειωθεί σε 1,2 % του ΑΕΠ το 2024 και 0,9 % του ΑΕΠ το 2025, ενώ ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης ως προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σε 152,7 % έως τα τέλη του 2024 και 146,3 % έως τα τέλη του 2025

Το πρόγραμμα σταθερότητας δεν περιλαμβάνει δημοσιονομικές προβολές πέραν του 2025.

Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις 2024 της Επιτροπής, το πραγματικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,2 % το 2024 και κατά 2,3 % το 2025, και ο πληθωρισμός βάσει του ΕνΔΤΚ θα διαμορφωθεί σε 2,8 % το 2024 και 2,1 % το 2025.

Στις εαρινές προβλέψεις 2024 της Επιτροπής προβλέπεται έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης ύψους 1,2 % του ΑΕΠ το 2024, ενώ ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης ως προς το ΑΕΠ προβλέπεται να μειωθεί σε 153,9 % έως τα τέλη του 2024.

 Η μείωση του ελλείμματος το 2024 αντικατοπτρίζει κυρίως τη συγκρατημένη αύξηση των κοινωνικών παροχών σε σύγκριση με την αύξηση των εσόδων. Με βάση τις εκτιμήσεις της Επιτροπής, ο δημοσιονομικός προσανατολισμός προβλέπεται να είναι επεκτατικός κατά 0,3 % του ΑΕΠ το 2024. Στην ίδια

Δαπάνες ύψους 1,5 % του ΑΕΠ θα χρηματοδοτηθούν με μη επιστρεπτέα στήριξη («επιχορηγήσεις») από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας το 2024, έναντι 1,0 % του ΑΕΠ το 2023, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις 2024 της Επιτροπής. Οι δαπάνες που χρηματοδοτούνται από επιχορηγήσεις του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας θα καταστήσουν δυνατή την πραγματοποίηση επενδύσεων υψηλής ποιότητας και την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την παραγωγικότητα χωρίς άμεσο αντίκτυπο στο ισοζύγιο και το χρέος της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας. Δαπάνες που ανέρχονται σε λιγότερο από 0,1 % του ΑΕΠ αναμένεται να χρηματοδοτηθούν με δάνεια από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, τόσο το 2023 όσο και το 2024, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις 2024 της Επιτροπής.

Στις 14 Ιουλίου 2023, το Συμβούλιο συνέστησε  στην Ελλάδα να διασφαλίσει συνετή δημοσιονομική πολιτική, ιδίως περιορίζοντας την ονομαστική αύξηση των καθαρών εθνικά χρηματοδοτούμενων πρωτογενών δαπανών  το 2024 σε ποσοστό που να μην υπερβαίνει το 2,6 %.

 Κατά την εκτέλεση των προϋπολογισμών τους για το 2023 και την κατάρτιση των σχεδίων δημοσιονομικών προγραμμάτων τους για το 2024, τα κράτη μέλη κλήθηκαν να λάβουν υπόψη ότι η Επιτροπή θα πρότεινε στο Συμβούλιο να κινήσει διαδικασίες υπερβολικού ελλείμματος στη βάση του ελλείμματος βάσει των απολογιστικών στοιχείων για το 2023. Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις 2024 της Επιτροπής, οι καθαρές εθνικά χρηματοδοτούμενες πρωτογενείς δαπάνες της Ελλάδας προβλέπεται να αυξηθούν κατά 1,8 % το 2024  ποσοστό που είναι χαμηλότερο από τον συνιστώμενο μέγιστο ρυθμό αύξησης. Αυτό συνάδει με τη σύσταση του Συμβουλίου.

Επιπλέον, το Συμβούλιο συνέστησε στην Ελλάδα να λάβει μέτρα για τη σταδιακή κατάργηση των μέτρων στήριξης έκτακτης ανάγκης στον τομέα της ενέργειας τα οποία είναι σε ισχύ και να χρησιμοποιήσει τα σχετικά κονδύλια που θα εξοικονομηθούν για τη μείωση του δημόσιου ελλείμματος, το συντομότερο δυνατόν το 2023 και το 2024. Το Συμβούλιο διευκρίνισε περαιτέρω ότι, εάν νέες αυξήσεις των τιμών της ενέργειας καταστήσουν αναγκαία τη θέσπιση νέων μέτρων στήριξης ή τη συνέχισή τους, η Ελλάδα θα πρέπει να διασφαλίσει ότι τα εν λόγω μέτρα στοχεύουν στην προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, είναι δημοσιονομικώς ανεκτά και διατηρούν τα κίνητρα για εξοικονόμηση ενέργειας.

 Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις 2024 της Επιτροπής, το καθαρό δημοσιονομικό κόστος των μέτρων στήριξης έκτακτης ανάγκης στον τομέα της ενέργειας εκτιμάται σε 0,0 % του ΑΕΠ το 2023 και προβλέπεται να ανέλθει σε 0,1 % το 2024 και σε 0,1 % το 2025. Ειδικότερα, η αύξηση του επιδόματος θέρμανσης και η επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης ντίζελ στους αγρότες θεωρείται ότι θα παραμείνουν σε ισχύ το 2024 και το 2025, αν και με μικρό αντίκτυπο  . Τα μέτρα στήριξης έκτακτης ανάγκης στον τομέα της ενέργειας προβλέπεται να καταργηθούν σταδιακά το συντομότερο δυνατόν το 2023 και το 2024. Αυτό συνάδει με τη σύσταση του Συμβουλίου.

Επιπλέον, το Συμβούλιο συνέστησε επίσης στην Ελλάδα να διατηρήσει τις εθνικά χρηματοδοτούμενες δημόσιες επενδύσεις και να διασφαλίσει την αποτελεσματική απορρόφηση των επιχορηγήσεων του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και άλλων κονδυλίων της ΕΕ, ιδίως για την προώθηση της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης.

 Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις 2024 της Επιτροπής, οι εθνικά χρηματοδοτούμενες δημόσιες επενδύσεις προβλέπεται να μειωθούν στο 2,4 % του ΑΕΠ το 2024 από 2,6 % του ΑΕΠ το 2023. Αυτό οφείλεται στο χρονοδιάγραμμα των περιόδων προγραμματισμού των διαρθρωτικών ταμείων της ΕΕ. Ειδικότερα, το ποσοστό συγχρηματοδότησης των επενδύσεων από την ΕΕ στο πλαίσιο του νέου προγράμματος θεωρείται υψηλότερο από εκείνο των επενδύσεων της προηγούμενης περιόδου προγραμματισμού. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των συγχρηματοδοτούμενων εθνικών δαπανών για επενδύσεις.

 Η δημοσιονομική προσαρμογή το 2024 δεν οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μείωση των επενδύσεων. Λαμβανομένων υπόψη αυτών των πρόσθετων παραγόντων, εκτιμάται ότι οι δημόσιες επενδύσεις το 2024 τηρούν τη σύσταση του Συμβουλίου. 

Αντίστοιχα, οι δημόσιες δαπάνες που χρηματοδοτούνται με έσοδα από ταμεία της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των επιχορηγήσεων του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, αναμένεται να αυξηθούν στο 3,4 % του ΑΕΠ το 2024 από 2,5 % του ΑΕΠ το 2023.

Με βάση τα μέτρα πολιτικής που ήταν γνωστά κατά την καταληκτική ημερομηνία των προβλέψεων και με παραδοχή αμετάβλητης πολιτικής, οι εαρινές προβλέψεις 2024 της Επιτροπής προβλέπουν δημόσιο έλλειμμα ίσο με 0,8 % του ΑΕΠ το 2025. 

Η μείωση του ελλείμματος το 2025 αντικατοπτρίζει κυρίως τη μείωση των δαπανών για τόκους και τη συγκρατημένη αύξηση του μισθολογικού κόστους του δημόσιου τομέα. Ο δείκτης χρέους της γενικής κυβέρνησης ως προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί στο 149,3 % έως τα τέλη του 2025. Η μείωση του δείκτη χρέους ως προς το ΑΕΠ το 2025 αντικατοπτρίζει κυρίως το αυξανόμενο πρωτογενές πλεόνασμα και την αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ, καθώς και τις προσαρμογές αποθεμάτων-ροών. Η συνετή δημοσιονομική πολιτική αναμένεται να συμβάλει και στην ενίσχυση της εξωτερικής θέσης.

Εξακολουθεί να υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω ενίσχυση του πλαισίου φορολογικής πολιτικής, ώστε να μπορέσει η Ελλάδα να προσελκύσει περισσότερες επενδύσεις, μειώνοντας έτσι το επενδυτικό κενό, το οποίο παραμένει σημαντικό, με βάση τις βέλτιστες πρακτικές και τις μεταρρυθμίσεις που υλοποιούνται στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας μεταρρύθμισης με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση των προσπαθειών της Ελλάδας για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Ειδικότερα, η θέσπιση ευρύτερου συστήματος φορολογικών προαποφάσεων σύμφωνα με τις βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ θα μπορούσε να παράσχει στους φορολογουμένους διαφανή ερμηνεία της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας, αυξάνοντας έτσι την ασφάλεια δικαίου για τους επενδυτές. Επιπλέον, η εντατικοποίηση των προσπαθειών για την επέκταση της ικανότητας της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ιδίως με την ενίσχυση της αυτονομίας της όσον αφορά τη διαχείριση και την ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων της, θα μπορούσε να συμβάλει στην περαιτέρω αύξηση της φορολογικής συμμόρφωσης.

Η Ελλάδα συνέχισε να λαμβάνει μέτρα για τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησής της, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω αύξηση της αποδοτικότητάς της. Έπειτα από σημαντική προσαρμογή μετά το 2010, το μέγεθος και το κόστος της δημόσιας διοίκησής της ευθυγραμμίστηκαν σε μεγάλο βαθμό με τον μέσο όρο της ΕΕ. 

Το μισθολογικό κόστος του δημόσιου τομέα της Ελλάδας παρέμεινε σταθερό το 2023 στο 10,8 % του ΑΕΠ, ελαφρώς πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ (10,2 % του ΑΕΠ), λαμβανομένων υπόψη των μισθολογικών αυξήσεων που σημειώθηκαν για πρώτη φορά από το 2010. Η προσαρμογή των επιδομάτων, μεταξύ άλλων για τις θέσεις διευθυντικής ευθύνης, η οποία τέθηκε σε ισχύ στις αρχές του 2024, ήταν συνεπής με το ενιαίο μισθολόγιο, καθώς εφαρμόστηκε σε ολόκληρη τη δημόσια διοίκηση. Για να διαφυλαχθούν οι εν λόγω επιτυχίες στο μέλλον είναι καίριας σημασίας: 

i) να διασφαλιστεί η συνέχιση της εφαρμογής του ενιαίου μισθολογίου, με παράλληλη διατήρηση των σημερινών επιπέδων προσωπικού μέσω της συνέχισης της εφαρμογής του κανόνα «μία πρόσληψη για κάθε αποχώρηση» για το μόνιμο προσωπικό· και

 ii) να διατηρηθεί το ανώτατο όριο που θεσπίστηκε το 2022 για το έκτακτο προσωπικό. Στο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας περιλαμβάνονται μέτρα για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης, συμπεριλαμβανομένης της θέσπισης πλαισίου πολυεπίπεδης διακυβέρνησης που εγκρίθηκε το 2023. Προκειμένου να υλοποιηθούν οι αναμενόμενες βελτιώσεις όσον αφορά τον συντονισμό μεταξύ του κεντρικού, του περιφερειακού και του τοπικού επιπέδου, το πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένων των προβλεπόμενων δομών διακυβέρνησης και του πληροφοριακού συστήματος, αναμένεται να καταστεί πλήρως λειτουργικό κατά τη διάρκεια του 2024.

Σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 3 στοιχείο β) και το παράρτημα V κριτήριο 2.2 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/241, το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας περιλαμβάνει εκτεταμένο σύνολο αλληλοενισχυόμενων μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που πρέπει να υλοποιηθούν έως το 2026. Αυτές αναμένεται να συμβάλουν στην αποτελεσματική αντιμετώπιση του συνόλου ή σημαντικού υποσυνόλου των προκλήσεων που προσδιορίζονται στις σχετικές ειδικές ανά χώρα συστάσεις. Εντός αυτού του αυστηρού χρονικού πλαισίου, είναι αναγκαίο να προχωρήσει ταχέως η αποτελεσματική υλοποίηση του σχεδίου, συμπεριλαμβανομένου του κεφαλαίου για το REPowerEU, για την ενίσχυση της μακροπρόθεσμης ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας μέσω της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης, με παράλληλη διασφάλιση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Για την εκπλήρωση των δεσμεύσεων του σχεδίου έως τον Αύγουστο του 2026 είναι αναγκαίο η Ελλάδα να συνεχίσει την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και να επιταχύνει τις επενδύσεις αντιμετωπίζοντας τις ενδεχόμενες καθυστερήσεις, διασφαλίζοντας παράλληλα ισχυρή διοικητική ικανότητα.

 Οι ελληνικές αρχές ενέκριναν μέτρα για τη βελτίωση της εφαρμογής και για την ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας, ενώ το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας περιλαμβάνει περαιτέρω ειδικά μέτρα που αναμένεται να συμβάλουν στην επίτευξη αυτού του στόχου. Στις ειδικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα συγκαταλέγονται: i) οι χρονοβόρες δικαστικές διαδικασίες για την άσκηση νομικών αξιώσεων κατά διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων, με αποτέλεσμα να υπάρχουν ενδεχομένως καθυστερήσεις στην προγραμματισμένη ημερομηνία ολοκλήρωσης των επενδύσεων μετά τον Αύγουστο του 2026·

 ii) η αργή μεταβίβαση δικαιωμάτων ιδιοκτησίας· και 

 iii) ο ανεπαρκής συντονισμός, που είναι ιδιαίτερα προφανής όσον αφορά τις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις οι οποίες καλύπτουν τομείς πολιτικής που εκτείνονται πέραν των αρμοδιοτήτων ενός μόνο υπουργείου. Η συστηματική συμμετοχή των τοπικών και περιφερειακών αρχών, των κοινωνικών εταίρων, της κοινωνίας των πολιτών και άλλων σχετικών ενδιαφερόμενων μερών παραμένει αναγκαία για να διασφαλιστεί η ευρεία οικειοποίηση της επιτυχούς υλοποίησης του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.

Στο πλαίσιο της ενδιάμεσης επανεξέτασης των ταμείων της πολιτικής συνοχής, σύμφωνα με το άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1060, η Ελλάδα οφείλει να επανεξετάσει κάθε πρόγραμμα έως τον Μάρτιο του 2025, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τις προκλήσεις που προσδιορίζονται στις ειδικές ανά χώρα συστάσεις του 2024, καθώς και το οικείο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα. Η επανεξέταση αυτή αποτελεί τη βάση για την οριστική κατανομή της ενωσιακής χρηματοδότησης που περιλαμβάνει κάθε πρόγραμμα. Η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο ως προς την εφαρμογή της πολιτικής συνοχής και του ευρωπαϊκού πυλώνα κοινωνικών δικαιωμάτων, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα.

 Ειδικότερα, η Ελλάδα εξακολουθεί να καταγράφει βραδεία ανάπτυξη στις πιο απομακρυσμένες περιοχές και σημαντικές ανισότητες μεταξύ αστικών και μη αστικών περιοχών. Είναι κρίσιμης σημασίας να επιταχυνθεί η εφαρμογή των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής σε συνδυασμό με την ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Οι προτεραιότητες που συμφωνήθηκαν στο πρόγραμμα εξακολουθούν να είναι συναφείς. Ειδικότερα, για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας είναι αναγκαία τόσο τα μέτρα που βελτιώνουν την ικανότητα των επιχειρήσεων να καινοτομούν όσο και τα μέτρα που επικεντρώνονται σε στοχευμένη επιχειρηματική στήριξη. Στο πλαίσιο της πράσινης μετάβασης, απαιτούνται επενδύσεις στη διαχείριση των αποβλήτων για να επιτευχθούν οι στόχοι ανακύκλωσης και να περιοριστεί η υγειονομική ταφή. Είναι αναγκαίο να βελτιωθεί η διαχείριση των υδάτων με ολοκληρωμένο τρόπο που θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τη διαχείριση των υδάτων και των λυμάτων, την ανάκτηση ενέργειας, την ψηφιοποίηση, την επαναχρησιμοποίηση των υδάτων, τα όμβρια ύδατα και τη βιώσιμη αφαλάτωση με βάση ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Η ενεργειακή μετάβαση απαιτεί μεγαλύτερο μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, λύσεις αποθήκευσης και αύξηση της ενεργειακής απόδοσης, καθώς και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας. Η αύξηση του μεριδίου των καθαρών αστικών μεταφορών είναι επίσης καίριας σημασίας για την επίτευξη ουδέτερου ισοζυγίου άνθρακα. 

Τα προγράμματα της πολιτικής συνοχής θα πρέπει να συνεχίσουν να επενδύουν σε δεξιότητες, με βάση μια ολοκληρωμένη στρατηγική, για την εφαρμογή της εγγύησης για τα παιδιά, την προώθηση ποιοτικών και οικονομικά προσιτών υπηρεσιών μακροχρόνιας φροντίδας και κοινωνικής στέγασης, και για την ενίσχυση της ενεργοποίησης στην αγορά εργασίας και της κοινωνικής ένταξης περιθωριοποιημένων κοινοτήτων, όπως οι Ρομά και τα άτομα που προέρχονται από οικογένειες μεταναστών. Στο πλαίσιο της ενδιάμεσης επανεξέτασης των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής, η πρόληψη και η ετοιμότητα έναντι των κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή χρήζουν περαιτέρω προσοχής. Η Ελλάδα θα μπορούσε επίσης να αξιοποιήσει την πρωτοβουλία για την πλατφόρμα στρατηγικών τεχνολογιών για την Ευρώπη για τη στήριξη του βιομηχανικού μετασχηματισμού της, ιδίως της παραγωγής και αποθήκευσης καθαρής ενέργειας, της πράσινης ναυτιλίας και της βιοτεχνολογίας, καθώς και της ανάπτυξης πράσινων και ψηφιακών δεξιοτήτων.

Πέρα από τις οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις στις οποίες ανταποκρίνονται το σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και άλλα ταμεία της ΕΕ, η Ελλάδα αντιμετωπίζει διάφορες πρόσθετες προκλήσεις που σχετίζονται με την οικονομική ανάπτυξη, το κανονιστικό πλαίσιο και την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του εργατικού δυναμικού, οι οποίες, εάν αντιμετωπιστούν, θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της χώρας. Το ποσοστό απασχόλησης, αν και αυξάνεται, είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ, και εξακολουθούν να υφίστανται προβλήματα όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, ιδίως για τις γυναίκες και τους νέους. Όσον αφορά την εκπαίδευση, τα τελευταία έτη η Ελλάδα έχει λάβει μέτρα για την αναθεώρηση των προγραμμάτων σπουδών, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, και για την ενσωμάτωση σε αυτά ορισμένων μαθημάτων σχετικά με ψηφιακές και μη τεχνικές δεξιότητες. 

Ωστόσο, οι επιδόσεις σε βασικές δεξιότητες παραμένουν ιδιαίτερα χαμηλές, υπονομεύοντας τα αποτελέσματα της αγοράς εργασίας, την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα. Αυτό αποδεικνύεται από τις επιδόσεις των 15χρονων μαθητών στα μαθηματικά, την ανάγνωση και τις θετικές επιστήμες, οι οποίες έχουν επιδεινωθεί ραγδαία από το 2012 και είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ, σύμφωνα με το τελευταίο Πρόγραμμα Διεθνούς Αξιολόγησης Μαθητών του ΟΟΣΑ. Το υψηλό και αυξανόμενο ποσοστό μαθητών με ανεπαρκείς επιδόσεις, ακόμη και μεταξύ όσων προέρχονται από περισσότερο ευνοημένα περιβάλλοντα, και το χαμηλό ποσοστό μαθητών με κορυφαίες επιδόσεις καταδεικνύουν διαρθρωτικά προβλήματα όσον αφορά την ποιότητα και την ισότητα του εκπαιδευτικού συστήματος. Η Ελλάδα κατατάσσεται επίσης στην τελευταία θέση μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ όσον αφορά τη συμμετοχή στην προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα, η οποία έχει διαπιστωθεί ότι επηρεάζει θετικά τα μετέπειτα εκπαιδευτικά αποτελέσματα. Οι προκλήσεις που υπονομεύουν τα εκπαιδευτικά αποτελέσματα της Ελλάδας μπορούν να συνδεθούν με: i) την υποχρηματοδότηση του εκπαιδευτικού συστήματος· ii) την ανεπαρκή έμφαση στις μεθόδους διδασκαλίας και μάθησης βάσει ικανοτήτων με ιδιαίτερη εστίαση στις επιχειρηματικές, μη τεχνικές και εγκάρσιες δεξιότητες· iii) τα χαμηλά επίπεδα σχολικής αυτονομίας· και iv) την απουσία συστηματικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.

Η βελτίωση των υπηρεσιών προς το κοινό και η αύξηση της οικονομικής, δημοσιονομικής και κλιματικής βιωσιμότητας εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικές προτεραιότητες. Στο πλαίσιο αυτό, υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω βελτίωση της διαχείρισης των κρατικών περιουσιακών στοιχείων, μεταξύ άλλων μέσω του εκσυγχρονισμού των κρατικών επιχειρήσεων και της αξιοποίησης των δημόσιων ακινήτων. Σε ορισμένες κρατικές επιχειρήσεις υλοποιήθηκαν επιτυχώς ορισμένες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες συνέβαλαν στην αύξηση της επιχειρησιακής ευελιξίας και της εμπορικής αυτονομίας, στην ενίσχυση των ικανοτήτων εσωτερικής διαχείρισης και στη βελτίωση των πολιτικών και των διαδικασιών τους για τις δημόσιες συμβάσεις, τις αποδοχές και τις προσλήψεις. Η αναπαραγωγή τέτοιων πρακτικών θα ωφελούσε και άλλες κρατικές επιχειρήσεις, ώστε να προσφέρουν αυξημένη αξία τόσο για την κοινωνία όσο και για την οικονομία. 

Η Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας (ΕΕΣΥΠ) και οι θυγατρικές της διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στη διαχείριση των εν λόγω κρατικών περιουσιακών στοιχείων. Υπάρχουν προβληματισμοί σχετικά με τον τρόπο περαιτέρω βελτίωσης της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της ΕΕΣΥΠ, για παράδειγμα με την αύξηση της οργανωτικής και λειτουργικής ικανότητάς της, καθώς και με την ενίσχυση της λειτουργικής αυτονομίας και της εσωτερικής εμπειρογνωσίας της στον τομέα των επενδύσεων.

Η βραδεία περιβαλλοντική αδειοδότηση, που οφείλεται, μεταξύ άλλων, σε κανονιστικά κενά, εξακολουθεί να εμποδίζει τις επενδύσεις σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο. Η περιβαλλοντική αδειοδότηση αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της συνολικής διαδικασίας αδειοδότησης για κάθε είδος επένδυσης, και η διαδικασία για την απόκτηση περιβαλλοντικής άδειας είναι πολύπλοκη και χρονοβόρα. Ειδικότερα, εξακολουθεί να μην υπάρχει περιβαλλοντική ταξινόμηση για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή όροι που να καθορίζουν υπό ποιες συνθήκες μπορούν να αδειοδοτηθούν βιομηχανικές δραστηριότητες με περιορισμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Πρέπει επίσης να καθοριστούν τα κριτήρια για τις περιπτώσεις που απαιτούν απλουστευμένη διαδικασία αδειοδότησης λόγω μη ουσιαστικών αλλαγών. Η έλλειψη κανονιστικών πράξεων που συμβάλλουν στην επίλυση αυτών των ζητημάτων εμποδίζει τις νομοθετικές βελτιώσεις που είχαν θεσπιστεί προηγουμένως ώστε η περιβαλλοντική αδειοδότηση να βασίζεται σε πιο ορθολογικά κριτήρια βάσει κινδύνου. Η έκδοση αυτών των εκκρεμών κανονιστικών πράξεων θα μπορούσε να έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στον χρόνο και την ποιότητα των περιβαλλοντικών εκτιμήσεων τόσο για τις νέες όσο και για τις τροποποιημένες/ανανεωμένες άδειες για τις σχετικές επενδύσεις. Επιπλέον, παρά την ολοκλήρωση του κανονιστικού πλαισίου για τη χρήση αξιολογητών μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τον ιδιωτικό τομέα, το σχετικό μητρώο παραμένει ανεκμετάλλευτο και το σύστημα δεν έχει ακόμη τεθεί σε λειτουργία. Η ολοκλήρωση του κανονιστικού πλαισίου με τη θέσπιση της ελλείπουσας παράγωγης νομοθεσίας και τη θέση σε λειτουργία του συστήματος πιστοποιημένων περιβαλλοντικών αξιολογητών από τον ιδιωτικό τομέα θα συμβάλει στην ενίσχυση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα, καθώς οι εν λόγω αξιολογητές αναμένεται να μειώσουν τα σημεία συμφόρησης στη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης και να τονώσουν την εμπιστοσύνη των επενδυτών. Οι προαναφερθείσες δράσεις πολιτικής αναμένεται να διευκολύνουν τις επενδύσεις, οι οποίες αναμένεται να αυξήσουν την παραγωγικότητα και να διευρύνουν την εξαγωγική βάση, έτσι ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από τις εισαγωγές, να βελτιωθούν οι προοπτικές ανάπτυξης και να στηριχθούν η εξωτερική επανεξισορρόπηση και η εξομάλυνση των ανισορροπιών αποθεμάτων.

Παρά τις προσπάθειες που κατέβαλε η Ελλάδα, ιδίως αυξάνοντας το ποσοστό των ανανεώσιμων πηγών στη συνολική της παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα ορυκτά καύσιμα, καθώς το πετρέλαιο και το αέριο αντιπροσώπευαν το 55 % και το 20 %, αντίστοιχα, του ενεργειακού της μείγματος το 2022. Εξακολουθούν να απαιτούνται περαιτέρω δράσεις για να μειωθεί η εξάρτηση της Ελλάδας από τα ορυκτά καύσιμα, μολονότι το κεφάλαιο για το REPowerEU που προστέθηκε στο αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ελλάδας περιλαμβάνει διάφορες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις οι οποίες αναμένεται να επιταχύνουν τις προσπάθειες απανθρακοποίησης της Ελλάδας. Η Ελλάδα διαθέτει έναν από τους παλαιότερους στόλους οχημάτων στην ΕΕ, και η χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις μεταφορές εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλή. Ως εκ τούτου, ο τομέας των μεταφορών στην Ελλάδα παραμένει μία από τις μεγαλύτερες πηγές εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Μια πιο φιλόδοξη πολιτική θα μπορούσε να δώσει τον τόνο για την επιτάχυνση του εξηλεκτρισμού του τομέα των μεταφορών. Η εν λόγω πολιτική θα μπορούσε να περιλαμβάνει την επέκταση των κατηγοριών οχημάτων στα οποία, βάσει του Εθνικού Κλιματικού Νόμου, απαιτείται να πραγματοποιηθεί η μετάβαση από κινητήρες καύσης σε ηλεκτρικούς κινητήρες, καθώς και την επιβολή της απόσυρσης των εξαιρετικά ρυπογόνων οχημάτων.

Η αυξανόμενη συχνότητα και σοβαρότητα των φυσικών καταστροφών που πλήττουν την Ελλάδα έχει ασκήσει μεγάλη πίεση στο σύστημα πολιτικής προστασίας. Το 2023 η Ελλάδα υπέστη σοβαρές δασικές πυρκαγιές και πλημμύρες, οι οποίες προκάλεσαν θανάτους, καταστροφικές βλάβες στο φυσικό περιβάλλον και εκτεταμένες ζημίες σε περιουσίες και υποδομές. Οι επενδύσεις στην πολιτική προστασία στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και των ταμείων συνοχής αναμένεται να ενισχύσουν τις ικανότητες αντιμετώπισης καταστροφών.

 Ωστόσο, υπάρχει περιθώριο για περαιτέρω ενίσχυση των προσπαθειών πρόληψης. Οι μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας των μέτρων έγκαιρης προειδοποίησης, των μέτρων ενίσχυσης της κλιματικής ανθεκτικότητας των υποδομών και άλλων μέτρων πρόληψης κινδύνων θα μπορούσαν να συμπληρώσουν τα μέτρα ετοιμότητας και να συμβάλουν στον περιορισμό των ζημιών που θα προκληθούν από μελλοντικές φυσικές καταστροφές.

 Επιπλέον, το πεδίο εφαρμογής των επενδύσεων θα μπορούσε να επικεντρωθεί σε δράσεις που ενισχύουν την ανθεκτικότητα μέσω της πρόληψης και της ετοιμότητας, καθώς και μέσω της χρήσης προσεγγίσεων που βασίζονται στο οικοσύστημα.

Δεδομένης της στενής διασύνδεσης των οικονομιών των κρατών μελών της ζώνης του ευρώ και της συλλογικής συνεισφοράς τους στη λειτουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, το 2024 το Συμβούλιο συνέστησε στα κράτη μέλη της ζώνης του ευρώ να λάβουν μέτρα, μεταξύ άλλων μέσω των οικείων σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, για να εφαρμόσουν τη σύσταση σχετικά με την οικονομική πολιτική της ζώνης του ευρώ. Όσον αφορά την Ελλάδα, οι συστάσεις 1, 2 και 3 συμβάλλουν στην υλοποίηση της πρώτης, της δεύτερης, της τρίτης, της τέταρτης και της πέμπτης σύστασης για τη ζώνη του ευρώ.

Υπό το πρίσμα της εμπεριστατωμένης επισκόπησης της Επιτροπής και του συμπεράσματός της σχετικά με την ύπαρξη ανισορροπιών, οι συστάσεις βάσει του άρθρου 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1176/2011 αποτυπώνονται στις συστάσεις 1, 2 και 3 κατωτέρω. Οι πολιτικές που αναφέρονται στη σύσταση 1 συμβάλλουν στην αντιμετώπιση των ευπαθειών που συνδέονται με το δημόσιο χρέος, την εξωτερική θέση και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Οι πολιτικές που αναφέρονται στις συστάσεις 2 και 3 στηρίζουν την αύξηση του δυνητικού ΑΕΠ και, ως εκ τούτου, συμβάλλουν επίσης στην υλοποίηση της σύστασης 1. Οι συστάσεις 1, 2 και 3 συμβάλλουν τόσο στην αντιμετώπιση των ανισορροπιών όσο και στην εφαρμογή της σύστασης για τη ζώνη του ευρώ, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 30.

ΣΥΝΙΣΤΑ στην Ελλάδα να λάβει μέτρα το 2024 και το 2025 προκειμένου:

1.Να υποβάλει εγκαίρως το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό-διαρθρωτικό σχέδιο. Σύμφωνα με τις απαιτήσεις του μεταρρυθμισμένου Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, να περιορίσει την αύξηση των καθαρών δαπανών το 2025 σε ρυθμό που να συνάδει με τη θέση του χρέους της γενικής κυβέρνησης σε αξιόπιστα καθοδική πορεία σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα και με τη διατήρηση του ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης κάτω από την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ που ορίζει η Συνθήκη. 

 Να συνεχίσει να βελτιώνει τον φιλικό προς τις επενδύσεις χαρακτήρα του φορολογικού συστήματος ενισχύοντας την ασφάλεια δικαίου και να συνεχίσει να αυξάνει τη λειτουργική αυτονομία της φορολογικής αρχής όσον αφορά τη διαχείριση και την ανάπτυξη των ανθρώπινων πόρων της. 

Να διασφαλίσει την αποδοτικότητα της δημόσιας διοίκησης, εξασφαλίζοντας παράλληλα τη δυνατότητά της να προσελκύει τις κατάλληλες δεξιότητες, διατηρώντας τη συνέπεια με το ενιαίο μισθολόγιο και εφαρμόζοντας το πλαίσιο πολυεπίπεδης διακυβέρνησης. 

Να διασφαλίσει ότι τα εξωτερικά ισοζύγια θα εξακολουθήσουν να βρίσκονται σε τροχιά σταθερής βελτίωσης, προωθώντας την ισόρροπη ανάπτυξη και στηρίζοντας παραγωγικές εγχώριες επενδύσεις. Να εξακολουθήσει να μειώνει το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων που διακρατούνται από τράπεζες και διαχειριστές πιστώσεων, μεταξύ άλλων βελτιώνοντας περαιτέρω τις διαδικασίες ηλεκτρονικών πλειστηριασμών για να μειωθεί το ποσοστό των ανεπιτυχών πλειστηριασμών.

Να ενισχύσει τη διοικητική ικανότητα διαχείρισης των κονδυλίων της ΕΕ, να επιταχύνει τις επενδύσεις και να διατηρήσει τη δυναμική υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων. 

Να αντιμετωπίσει τις καθυστερήσεις που προκύπτουν, ώστε να καταστεί δυνατή η αδιάλειπτη, ταχεία και αποτελεσματική υλοποίηση του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, συμπεριλαμβανομένου του κεφαλαίου για το REPowerEU, διασφαλίζοντας την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων έως τον Αύγουστο του 2026. Να επιταχύνει την εφαρμογή των προγραμμάτων της πολιτικής συνοχής. Στο πλαίσιο της ενδιάμεσης επανεξέτασης, να εξακολουθήσει να επικεντρώνεται στις συμφωνηθείσες προτεραιότητες, λαμβάνοντας μέτρα για την καλύτερη αντιμετώπιση των αναγκών στον τομέα της πρόληψης και της ετοιμότητας έναντι των κινδύνων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, εξετάζοντας παράλληλα τις δυνατότητες που παρέχει η πρωτοβουλία για την πλατφόρμα στρατηγικών τεχνολογιών για την Ευρώπη με σκοπό τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

.Να τονώσει την ανταγωνιστικότητα με την αντιμετώπιση των ανεπαρκών επιδόσεων σε βασικές δεξιότητες, την ενίσχυση της διαχείρισης των κρατικών περιουσιακών στοιχείων και την ολοκλήρωση του κανονιστικού πλαισίου για την περιβαλλοντική αδειοδότηση.

Να μειώσει την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα επιταχύνοντας την απανθρακοποίηση του τομέα των μεταφορών. Να ενισχύσει τη διαχείριση των φυσικών καταστροφών θεσπίζοντας αποτελεσματικό σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης και πρόληψης των κινδύνων.

ΠΗΓΗ; Συμβούλιο 


   

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Προστασία των δημοσιογράφων και των υπερασπιστών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από αβάσιμες ή καταχρηστικές δικαστικές διαδικασίες.