Τι θα κάνουμε με την ενεργειακή κρίση προ των πυλών; Αναμενόμενες απαντήσεις από το Συμβούλιο της ΕΕ,αύριο
pelazkarabo@gmail.com -28 Φεβρουαρίου 2022, 10.37μμ
Συνεδριάζουν, εκτάκτως, αύριο, 28 Φεβρουαρίου, οι Υπουργοί Ενέργειας των 27 χωρών μελών της ΕΕ, προκειμένου να εξετάσουν την κατάσταση στην αγορά ενέργειας, που διαμορφώθηκε και διαμορφώνεται με το ξεκίνημα της ουκρανικής κρίσης και στη συνέχει των εχθροπραξιών της Ρωσίας στην Ουκρανία
Το Συμβούλιο επισημαίνει, πως οι σημερινές και αναμενόμενες, νέες αυξήσεις των τιμών έρχονται να προστεθούν σέ προηγούμενες.
Με την ευκαιρία της σχετικής αναφοράς και της αυριανής συζήτησης στο Συμβούλιο, θεωρούμε χρήσιμο να δημοσιεύσουμε προτάσεις και μέτρα της Επιτροπής που ανακοίνωσε τον περασμένο Οκτώβριο Ιδιαίτερη βαρύτητα δίδεται σε μέτρα ανακούφισης και στήριξης των ευάλωτων :
Αν και οι πρόσφατες αυξήσεις των τιμών επηρεάζουν τους πάντες, οι ενεργειακά φτωχοί και τα νοικοκυριά χαμηλού και μετρίου-χαμηλού εισοδήματος επηρεάζονται περισσότερο, καθότι δαπανούν σημαντικά υψηλότερα μερίδια των εισοδημάτων τους για ενέργεια Η ενεργειακή φτώχεια παρακολουθείται στενά από την Επιτροπή. Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του 2019, περίπου το 7 % του πληθυσμού της ΕΕ των 27, δηλαδή 31 εκατομμύρια άτομα, δεν ήταν σε θέση να θερμάνουν επαρκώς τα σπίτια τους, με σημαντικές διαφορές μεταξύ εισοδηματικών ομάδων και κρατών μελών. Επιπλέον, το 6 % του πληθυσμού της ΕΕ ζούσε σε νοικοκυριά με καθυστερούμενες οφειλές σε λογαριασμούς υπηρεσιών κοινής ωφελείας
.Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέλει να βοηθήσει και να υποστηρίξει την αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, κατά προτεραιότητα.
Η προτεραιότητα στο πλαίσιο της άμεσης αντίδρασης θα πρέπει να δοθεί σε ειδικά προσαρμοσμένα μέτρα, τα οποία μπορούν να μετριάσουν ταχέως τις επιπτώσεις στις ευάλωτες ομάδες, είναι εύκολα αναπροσαρμόσιμα όταν η κατάσταση των εν λόγω ομάδων βελτιώνεται και δεν παρεμποδίζουν τη δυναμική της αγοράς ούτε αποδυναμώνουν τα κίνητρα για τη μετάβαση σε μια απανθρακοποιημένη οικονομία.
Μεσοπρόθεσμα, η απόκριση σε επίπεδο πολιτικής θα πρέπει να επικεντρωθεί στην αποδοτικότερη χρήση ενέργειας, τη χαμηλότερη εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και την υψηλότερη ανθεκτικότητα της ΕΕ σε απότομες αυξήσεις των ενεργειακών τιμών, με παράλληλη παροχή οικονομικά προσιτής και καθαρής ενέργειας στους τελικούς χρήστες.
Άμεσα μέτρα προστασίας των καταναλωτών και επιχειρήσεων
Είκοσι κράτη μέλη έχουν λάβει ή σκοπεύουν να λάβουν μέτρα, τα οποία στοχεύουν πρωτίστως στον μετριασμό των επιπτώσεων στους πλέον ευάλωτους, στις μικρότερες επιχειρήσεις και στις ενεργοβόρες βιομηχανίες. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν ανώτατα όρια τιμών και προσωρινές φοροελαφρύνσεις για τους ευάλωτους καταναλωτές ενέργειας, ή κουπόνια και επιδοτήσεις για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις.
Τα εν λόγω άμεσα μέτρα θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν εν μέρει από τα έσοδα των πλειστηριασμών δικαιωμάτων του ΣΕΔΕ της ΕΕ, τις εισφορές και τους φόρους επί των τιμών της ενέργειας και τους περιβαλλοντικούς φόρους. Στο τρέχον πλαίσιο, τα υψηλότερα από τα αναμενόμενα έσοδα του ΣΕΔΕ μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση των απρόβλεπτων αναγκών στο επίπεδο της στοχευμένης κοινωνικής στήριξης. Από την 1η Σεπτεμβρίου 2020 έως τις 30 Αυγούστου 2021, τα έσοδα από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων του ΣΕΔΕ της ΕΕ 16 ανήλθαν σε 26,3 δισ. EUR.
Εισοδηματική στήριξη έκτακτης ανάγκης και αποφυγή αποσυνδέσεων από το δίκτυο
Τα κράτη μέλη μπορούν να καταβάλουν ειδικές κοινωνικές παροχές σε όσους διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο προκειμένου να τους βοηθήσουν να εξοφλήσουν τους λογαριασμούς τους βραχυπρόθεσμα ή να τους παράσχουν στήριξη για να προβούν σε βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης, διασφαλίζοντας παράλληλα την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς. Η στήριξη αυτή μπορεί να πάρει τη μορφή κατ’ αποκοπή πληρωμών, ώστε να διατηρηθεί το κίνητρο για τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και για την πραγματοποίηση επενδύσεων στην εξοικονόμηση ενέργειας.
Εκτός αυτού , τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν διασφαλίσεις για την αποφυγή αποσυνδέσεων από το ενεργειακό δίκτυο ή να αναβάλουν προσωρινά τις πληρωμές σε περίπτωση που οι καταναλωτές αντιμετωπίζουν βραχυπρόθεσμες δυσκολίες στην εξόφληση των λογαριασμών τους. Μια σειρά από κράτη μέλη θέσπισε τέτοια μέτρα κατά την έναρξη της πανδημίας COVID-19 18 . Τα μέτρα αυτά θα μπορούσαν τώρα να επεκταθούν.
Με βάση την περσινή σύσταση σχετικά με την ενεργειακή φτώχεια 19 , η Επιτροπή θα καλέσει τους εκπροσώπους των κρατών μελών και τις ρυθμιστικές αρχές ενέργειάς τους να συνεργαστούν με στόχο την καλύτερη δυνατή προστασία των ευάλωτων καταναλωτών. Αυτό θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να ανταλλάξουν βέλτιστες πρακτικές και να επικεντρωθούν καλύτερα στα μέτρα αντιμετώπισης της ενεργειακής φτώχειας σε σύμπνοια με τις σχετικές πολιτικές της ΕΕ, όπως η πολιτική για την ενεργειακή απόδοση και το κύμα ανακαινίσεων.
Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν:
να παράσχουν αντισταθμιστικά μέτρα περιορισμένης χρονικής διάρκειας και άμεση στήριξη σε ενεργειακά φτωχούς τελικούς χρήστες, συμπεριλαμβανομένων των ομάδων που διατρέχουν κίνδυνο, π.χ. μέσω κουπονιών ή καταβάλλοντας μέρος του λογαριασμού ενέργειας, με χρηματοδότηση, μεταξύ άλλων, από τα έσοδα του ΣΕΔΕ·
-να θεσπίσουν και/ή να παρατείνουν διασφαλίσεις για την αποφυγή αποσυνδέσεων από το ενεργειακό δίκτυο ή να αναστείλουν προσωρινά τις πληρωμές·
να βέλτιστες πρακτικές και να συντονίσουν τα μέτρα τους μέσω της ομάδας συντονισμού της Επιτροπής για την ενεργειακή φτώχεια και τους ευάλωτους καταναλωτές
Φορολογία
Οι φόροι και οι εισφορές εξασφαλίζουν έσοδα για την αντιστάθμιση του κόστους των πλέον ευάλωτων νοικοκυριών και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, παρέχοντας παράλληλα κίνητρα για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και για τη στήριξη της πράσινης μετάβασης.
Οι φόροι και οι εισφορές επί των λιανικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό. Κατά μέσο όρο, αντιπροσωπεύουν το 41 % των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας των νοικοκυριών, το 30-34 % των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας της βιομηχανίας, το 32 % των τιμών φυσικού αερίου των νοικοκυριών και το 13-16 % των τιμών φυσικού αερίου της βιομηχανίας.
Η οδηγία φορολόγησης της ενέργειας και η οδηγία ΦΠΑ παρέχουν κάποια ευελιξία στα κράτη μέλη. Η οδηγία φορολόγησης της ενέργειας επιτρέπει στα κράτη μέλη να χορηγούν φοροαπαλλαγές ή να εφαρμόζουν μειωμένο φορολογικό συντελεστή στην ηλεκτρική ενέργεια, το φυσικό αέριο, τον γαιάνθρακα και τα στερεά καύσιμα που χρησιμοποιούνται από τα νοικοκυριά.
Τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν τις φορολογικές αυτές απαλλαγές ή μειώσεις είτε απευθείας είτε με τη μορφή ενός διαφοροποιημένου συντελεστή είτε επιστρέφοντας το σύνολο ή μέρος του καταβληθέντος φόρου. Οι μειωμένοι φορολογικοί συντελεστές πρέπει να είναι στοχευμένοι και δεν θα πρέπει να προκαλούν στρεβλώσεις.
Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να εφαρμόσουν μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ στα ενεργειακά προϊόντα, εφόσον τηρούν τα ελάχιστα όρια που ορίζονται στην οδηγία ΦΠΑ της ΕΕ 23 , και έχουν ζητήσει τη γνώμη της επιτροπής ΦΠΑ της ΕΕ.
Ορισμένα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα πρόσθετα φορολογικά έσοδα για την παροχή κατ’ αποκοπή αποζημιώσεων σε ευάλωτα νοικοκυριά. Άλλα κράτη μέλη χρησιμοποιούν μέρος των εσόδων από περιβαλλοντικούς φόρους για τη χρηματοδότηση συστημάτων κοινωνικής προστασίας. Τα κράτη μέλη στα οποία οι εισφορές για επιδοτήσεις για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο της λιανικής τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας μπορούν να εξετάσουν το ενδεχόμενο χρηματοδότησης των πολιτικών αυτών με δημόσια έσοδα πέραν των λογαριασμών ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό θα είχε ως πλεονέκτημα την ανακούφιση των καταναλωτών από σημαντικό μέρος του λογαριασμού ενέργειάς τους.
Η πρόταση αναθεώρησης της οδηγίας φορολόγησης της ενέργειας που υποβλήθηκε τον Ιούλιο του 2021 αποσκοπεί στον εκσυγχρονισμό της φορολόγησης της ενέργειας στην ΕΕ, ευθυγραμμίζοντάς την με τους στόχους της ΕΕ για το κλίμα και διασφαλίζοντας κοινωνική δικαιοσύνη. Η αναθεωρημένη οδηγία θα ενθαρρύνει τις επενδύσεις στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τη χρήση τους και προβλέπει τη δυνατότητα στοχευμένων εξαιρέσεων για τη στήριξη των ευάλωτων και ενεργειακά φτωχών νοικοκυριών, ιδίως κατά τη μετάβαση σε ένα καθαρότερο ενεργειακό σύστημα.
Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν:
-να μειώσουν τους φορολογικούς συντελεστές για τους ευάλωτους πληθυσμούς, για περιορισμένο χρονικό διάστημα και με στοχευμένο τρόπο·
-να εξετάσουν το ενδεχόμενο χρηματοδότησης καθεστώτων στήριξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από άλλους πόρους αντί των εισφορών που περιλαμβάνονται στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος..
Κρατικές ενισχύσεις
Μέτρα γενικού χαρακτήρα, από τα οποία επωφελούνται όλοι οι καταναλωτές επί ίσοις όροις, δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση. Τέτοια μη επιλεκτικά μέτρα μπορούν π.χ. να είναι μειωμένοι φόροι ή εισφορές ή η εφαρμογή ενός μειωμένου συντελεστή στην προμήθεια φυσικού αερίου, ηλεκτρικής ενέργειας ή τηλεθέρμανσης.
Στον βαθμό που οι εθνικές παρεμβάσεις χαρακτηρίζονται ως ενισχύσεις, μπορούν να θεωρηθούν συμβατές με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων εφόσον πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις. Για παράδειγμα, οι ενισχύσεις με τη μορφή μείωσης των εναρμονισμένων περιβαλλοντικών φόρων έως τα ελάχιστα όρια που ορίζονται στην οδηγία φορολόγησης της ενέργειας μπορούν να εφαρμοστούν από τα κράτη μέλη χωρίς προηγούμενη κοινοποίηση στην Επιτροπή.
Πιο στοχευμένα μέτρα στήριξης μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις ή τις βιομηχανίες να προσαρμοστούν εγκαίρως και να συμμετάσχουν πλήρως στην ενεργειακή μετάβαση. Η συμμόρφωση με τους κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις και τους διεθνείς κανόνες για τις επιδοτήσεις θα διασφαλίσει ότι τα εν λόγω μέτρα δεν στρεβλώνουν αδικαιολόγητα τον ανταγωνισμό ούτε οδηγούν σε κατακερματισμό της εσωτερικής αγοράς. Οι παρεμβάσεις με τη μορφή ενίσχυσης θα πρέπει να είναι τεχνολογικά ουδέτερες και να μην εισάγουν διακρίσεις 24 μεταξύ επιχειρήσεων που βρίσκονται σε συγκρίσιμη κατάσταση. Επίσης, δεν θα πρέπει να υπονομεύουν την αποτελεσματικότητα των υφιστάμενων μηχανισμών που βασίζονται στην αγορά (συμπεριλαμβανομένου του ΣΕΔΕ της ΕΕ) και θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τους γενικούς στόχους απανθρακοποίησης και με τους στόχους που περιλαμβάνονται στα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα.
Θα πρέπει να ενθαρρυνθεί η σύναψη μακροπρόθεσμων συμφωνιών αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Οι συμφωνίες αυτές μπορούν να αποφέρουν οφέλη τόσο στους βιομηχανικούς χρήστες ηλεκτρικής ενέργειας όσο και στους παραγωγούς ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Πρόκειται για μακροπρόθεσμες συμβάσεις, στις οποίες ένας παραγωγός και ένας αγοραστής ηλεκτρικής ενέργειας συμφωνούν να αγοράζουν / να πωλούν συγκεκριμένη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε συμφωνημένη τιμή για παρατεταμένο χρονικό διάστημα. Οι συμφωνίες αυτές εγγυώνται στον παραγωγό ένα σταθερό εισόδημα, ενώ ο χρήστης επωφελείται από τη σταθερή τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας. Η Επιτροπή θα συνεργαστεί με τα κράτη μέλη για να διευκολύνει τη δημιουργία μιας ευρύτερης αγοράς για συμφωνίες αγοράς απανθρακοποιημένης ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία δεν θα περιλαμβάνει μόνο τις μεγάλες επιχειρήσεις αλλά και τις ΜΜΕ, για παράδειγμα μέσα από τη συγκέντρωση τη ζήτησης των τελικών χρηστών, την αντιμετώπιση των σχετικών διοικητικών εμποδίων ή την παροχή τυποποιημένων συμβατικών ρητρών. Βραχυπρόθεσμα, συνοδευτικά μέτρα όπως η εξεύρεση εταίρων, οι τυποποιημένες συμβάσεις και η ελαχιστοποίηση των κινδύνων μέσω χρηματοδοτικών προϊόντων του InvestEU μπορούν να στηρίξουν την αύξηση της χρήσης τέτοιων συμφωνιών.
Τα κράτη μέλη θα μπορούσαν:
-να λάβουν μέτρα για τη μείωση του ενεργειακού κόστους για όλους τους τελικούς χρήστες ενέργειας·
-να παράσχουν ενισχύσεις σε επιχειρήσεις ή βιομηχανίες για να αντεπεξέλθουν στην κρίση, σε πλήρη συμμόρφωση με το πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις, αξιοποιώντας, κατά περίπτωση, τα περιθώρια ευελιξίας που προβλέπονται στο εν λόγω πλαίσιο και ενθαρρύνοντας τη σταδιακή εγκατάλειψη των ορυκτών καυσίμων·
-να διευκολύνουν την ευρύτερη πρόσβαση σε συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ώστε να συνάπτονται όχι μόνο από μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά και από ΜΜΕ, για παράδειγμα μέσω της συγκέντρωσης της ζήτησης των τελικών χρηστών σύμφωνα με τους κανόνες ανταγωνισμού·
=να στηρίξουν τις συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας μέσω συνοδευτικών μέτρων, όπως η εξεύρεση εταίρων, οι τυποποιημένες συμβάσεις και η ελαχιστοποίηση των κινδύνων μέσω των χρηματοπιστωτικών προϊόντων του InvestEU.
Ενίσχυση της εποπτείας της αγορ'ας
Στο σημερινό πλαίσιο υψηλών τιμών, είναι σημαντικότερη από ποτέ η πρόβλεψη των κινδύνων για την ασφάλεια του εφοδιασμού και η διασφάλιση της διαφάνειας και της ακεραιότητας της λειτουργίας των αγορών, ώστε να διασκεδαστούν οι ανησυχίες για πρακτικές χειραγώγησης ή καταχρήσεις, μεταξύ άλλων όσον αφορά τις τρέχουσες εξελίξεις. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, απαιτείται η κινητοποίηση όλων των μέσων παρακολούθησης της αγοράς και επιβολής της νομοθεσίας τα οποία έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.
Η ΕΕ διαθέτει ένα ισχυρό και αξιόπιστο μέσο που επιτρέπει τον εντοπισμό της χειραγώγησης της αγοράς: τον κανονισμό για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας (REMIT). Ο REMIT θέτει τις βάσεις για αυξημένη διαφάνεια και ακεραιότητα στην αγορά και προστατεύει τελικά τα συμφέροντα των επιχειρήσεων και των καταναλωτών.
Κατά τη δημόσια συζήτηση σχετικά με τις εκτινάξεις των τιμών της ενέργειας, εκφράστηκε η ανησυχία για πιθανές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού από εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις ευρωπαϊκές αγορές φυσικού αερίου. Επί του παρόντος, η Επιτροπή διερευνά κατά προτεραιότητα όλες τις αιτιάσεις για πιθανή αντιανταγωνιστική εμπορική συμπεριφορά επιχειρήσεων που παράγουν και προμηθεύουν φυσικό αέριο στην Ευρώπη . Η Επιτροπή συνεργάζεται στενά στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ) με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού των κρατών μελών. Τα μέσα εμπορικής άμυνας της ΕΕ μπορεί επίσης να συμβάλουν στη διασφάλιση ανοικτού και θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των ενεργοβόρων επιχειρήσεων σε τρίτες χώρες και εκείνων που είναι εγκατεστημένες στην ΕΕ.